Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, σε πρόσφατη απόφαση που εξέδωσε, κατά την νέα τακτική διαδικασία – οικογενειακές διαφορές, επί αντίθετων αγωγών, έκρινε τα εξής: Το Δικαστήριο διαπίστωσε πως το νέο άρθρο 1513 ΑΚ αποκλίνει από το προϊσχύον δίκαιο, εισάγοντας, κατά το πρότυπο άλλων σύγχρονων νομοθεσιών, τον κανόνα ότι η γονική μέριμνα μετά τον χωρισμό των γονέων, συνεχίζει να συνασκείται από τους γονείς, όπως συμβαίνει και κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης ή του συμφώνου συμβίωσης των γονέων. (βλ. σχετ. Γ. Λέκκα, Η επιμέλεια του παιδιού κατά τον Αστικό Κώδικα μετά τον ν. 4800/2021, Σάκκουλας 2021, σελ. 166 επ.). Καθιερώνεται δηλαδή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας μετά το χωρισμό των γονέων ως νόμιμο σύστημα. Παρέχεται δε η δυνατότητα στους γονείς να ρυθμίσουν με συμφωνία τους τον τρόπο της άσκησης της γονικής μέριμνας κατά τη διάσταση και μετά το διαζύγιο.
Σύμφωνα με το Δικαστήριο, αν δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, εξαιτίας συστηματικής και επαναλαμβανόμενης διαφωνίας των γονέων, και ιδίως αν ο ένας γονέας αδιαφορεί ή δεν συμπράττει σε αυτήν ή δεν τηρεί την τυχόν υπάρχουσα συμφωνία για την άσκηση ή τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας ή αν η συμφωνία αυτή είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου ή αν η γονική μέριμνα ασκείται αντίθετα προς το συμφέρον του τέκνου, και αφού οι γονείς έχουν προσφύγει στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, εξαιρουμένων των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας, και εν τέλει επί αποτυχίας αυτής, αποφασίζει το δικαστήριο. Το δικαστήριο, κατά το άρθρο 1514 παρ.2 ΑΚ, θα αποφασίσει, όποιο μέτρο θεωρήσει κατάλληλο για το παιδί, για το συγκεκριμένο παιδί και για τη συγκεκριμένη περίπτωση, με γνώμονα βέβαια το συμφέρον του παιδιού. Μπορεί να κατανείμει λειτουργικά την άσκηση της γονικής μέριμνας, ή να την αναθέσει εξ ολοκλήρου στον έναν, ή να την κατανείμει χρονικά, διατάσσοντας ίσως την εναλλασσόμενη κατοικία, αν τούτο επιβάλλει το συμφέρον του παιδιού.
Αν διαπιστώνεται ότι οι σχέσεις των γονέων έχουν πλήρως αποδομηθεί και ότι οι γονείς δεν πρόκειται να συνεργασθούν στο μέλλον για το συμφέρον του παιδιού τους, το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίζει την κατανομή της άσκησης της επιμέλειας ή την αποκλειστική ανάθεσή της στον ένα γονέα υπό την προϋπόθεση ότι με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται αποτελεσματικότερα η αποφυγή συνεχών και γενικευμένων έριδων και συγκρούσεων μεταξύ των γονέων ή κατά περίπτωση καλύτερη φροντίδα του παιδιού προς το συμφέρον του, η προαγωγή του οποίου πρέπει να είναι το αξιολογικό κριτήριο για τη δικαστική ρύθμιση της γονικής μέριμνας .
Αν δε το Δικαστήριο κρίνει ότι ο κανόνας της από κοινού άσκησης της επιμέλειας μπορεί να λειτουργήσει και είναι προς το συμφέρον του τέκνου, πρέπει να απορρίπτει την αγωγή, οπότε θα ισχύει ο κανόνας της εξακολούθησης της από κοινού άσκησής της. Αυτό μπορεί να συμβαίνει ιδίως στις περιπτώσεις εκείνες που οι διαφωνίες των γονέων δεν είναι θεμελιώδεις και σε όλα ή σχεδόν σε όλα τα θέματα της ανατροφής του παιδιού και ότι είναι συνεπώς δυνατή η λειτουργία της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας με δικαστική παρέμβαση σε επιμέρους μόνο ζητήματα της γονικής μέριμνας (βλ. σχετ. Κ. Φουντεδάκη, ό.π. σελ. 55, Γ. Λέκκα, ο.π., σελ. 204 επ., Κιτσάκη, «Συνεπιμέλεια» και συμφέρον του τέκνου. Ειδικά όρια της κοινής άσκησης της επιμέλειας, ΕφΑΔ 2021, σελ. 10,16).
Περαιτέρω, το Δικαστήριο σημείωσε πως η κατανομή της γονικής μέριμνας μπορεί να γίνει με λειτουργικό κριτήριο και να αφορά ορισμένες μόνο από τις εξουσίες της γονικής μέριμνας (λειτουργική κατανομή), ενώ ένας άλλος τρόπος κατανομής της γονικής μέριμνας είναι η χρονική κατανομή της άσκησης της επιμέλειας, ή εναλλασσόμενη άσκηση όλων των εκφάνσεων της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας ειδικότερα. Η χρονική κατανομή της άσκησης της επιμέλειας εξασφαλίζει την από κοινού συμμετοχή των γονέων στην άσκησή της και την ισόρροπη ανάπτυξη του παιδιού, που γίνεται δέκτης των διαφορετικών αντιλήψεων και τρόπων σκέψης των γονέων του, ενδέχεται όμως να δημιουργήσει και συνεχείς εντάσεις και τριβές μεταξύ των γονέων, καθόσον η εναλλασσόμενη ανατροφή απαιτεί μια πραγματική συνεργασία μεταξύ τους στις επιλογές και στη διαχείριση του ανηλίκου κατά τρόπο παραγωγικό. Η χρονική κατανομή της άσκησης της γονικής μέριμνας πρέπει να αντιμετωπίζεται με προσοχή, καθώς έχει τα ίδια μειονεκτήματα με την εναλλασσόμενη διαμονή του παιδιού και μπορεί επιπλέον να εκθέσει το παιδί σε γονεϊκές επιλογές εκ διαμέτρου διαφορετικές ενώ υπάρχει ο ακόμα μεγαλύτερος κίνδυνος ο ένας γονέας να επιχειρεί να αναιρέσει τις επιλογές του άλλου, με αυτονόητα κακή επίπτωση στο παιδί. Για να λειτουργήσει, δηλαδή, αποτελεσματικά η χρονικά κατανεμημένη γονική μέριμνα ή επιμέλεια μεταξύ των δύο γονέων απαιτείται η στοιχειώδης δυνατότητα συνεννόησης, κατανόησης και εμπιστοσύνης μεταξύ τους και η λύση των διαφορών τους με καταφυγή πρωτίστως στη διαμεσολάβηση και ως έσχατο μέσο στα δικαστήρια (βλ. σχετ Γ. Λέκκα, ο.π., σελ. 205, 224 επ.. Κ. Φουντεδάκη ό.π. σελ. 53 επ. βλ. και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο ΑΠ 1016/2019, ΑΠ 1393/2017, ΑΠ 317/2015, ΕφΘεσ 14202/2020, ΕφΑΘ 504/2019, ΤΝΠ Νόμος, ΜονΛασιθ 261/2020 ΕφΑΔΠολΔ 2021, 78).
Το Δικαστήριο τονίζει την ανάγκη να γίνει διάκριση μεταξύ της χρονικής κατανομής της άσκησης της επιμέλειας μεταξύ των γονέων και της εναλλασσόμενης διαμονής (κατοικίας) του τέκνου. Η πρώτη συνιστά μορφή κατανομής της άσκησης της γονικής μέριμνας κατά την οποία οι γονείς ασκούν εναλλάξ τη γονική μέριμνα με περιοδικότητα και συνεπάγεται ότι το παιδί έχει εναλλασσόμενη κατοικία στον τόπο της κατοικίας του γονέα του, ο οποίος στο πλαίσιο αυτό ασκεί μόνος του κάθε φορά τις πράξεις επιμέλειας του παιδιού για όλα τα θέματα, με εξαίρεση εκείνα που αφορούν στον πυρήνα, κατ’ άρθρο 1519 παρ. 1 ΑΚ. Αντιθέτως, η εναλλασσόμενη διαμονή μπορεί να διαταχθεί από το Δικαστήριο αυτοτελώς, χωρίς την κατανομή της άσκησης της επιμέλειας, οπότε οι γονείς εξακολουθούν να ασκούν από κοινού την επιμέλεια του παιδιού (συνεπιμέλεια) σύμφωνα με τον κανόνα της 1513 εδ α ́ΑΚ, με εξαίρεση μόνο εκείνες τις πράξεις επιμέλειας κατ’ άρθρο 1513 εδ. β’ΑΚ, που μπορεί να επιχειρεί κάθε φορά μόνος του ο γονέας με τον οποίο διαμένει εκ περιτροπής το παιδί. Έτσι με τον κανόνα της διάταξης 1513 ΑΚ αποσυνδέεται ο τόπος διαμονής του παιδιού από την άσκηση της επιμέλειας.
Το Δικαστήριο στο πλαίσιο της δυνατότητας που έχει, κατ’ άρθρο 1513 παρ. 3 ΑΚ, να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησής της γονικής μέριμνας στα κατ ́ ιδίαν θέματα, μπορεί εφόσον με τον τρόπο αυτό προάγεται το συμφέρον του συγκεκριμένου τέκνου, να αποφασίσει ως τόπο διαμονής του παιδιού εναλλασσόμενα τον τόπο κατοικίας καθενός από τους γονείς του (εναλλασσόμενη κατοικία). Εάν τούτο δεν προάγει το συμφέρον του παιδιού (λ.χ. επειδή οι γονείς ζουν σε διαφορετική πόλη ή σε μεγάλη απόσταση ο ένας από τον άλλο, το παιδί δεν είναι εξοικειωμένο με τον έναν γονέα, ο ένας γονέας ζει μακριά από το κέντρο των σχολικών, εξωσχολικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων του) συμπληρωματικό πυλώνα της από κοινού άσκησης της επιμέλειας του παιδιού από τους γονείς του αποτελεί η ενίσχυση του δικαιώματος της επικοινωνίας με το παιδί του γονέα με τον οποίο δε διαμένει, ώστε να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την ενίσχυση των δεσμών του παιδιού και με τους δύο γονείς του και την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο στην ανατροφή και φροντίδα του (βλ. σχετ Γ. Λέκκα, ο.π., σελ. 224 επ., Κ. Φουντεδάκη ό.π. σελ. 38 επ., Ε. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη ό.π., σελ. 317 επ.) .
Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι εναλλασσόμενη διαμονή, όπως και η χρονική κατανομή, δεν σημαίνει απαραίτητα και ισόχρονη, δηλαδή ισοκατανομή του χρόνου διαμονής με τον κάθε γονέα αλλά πρέπει να προσδιορίζεται με βάση το συμφέρον του συγκεκριμένου εκάστοτε παιδιού, το οποίο δεν προάγεται γενικώς με μόνη τη διαπίστωση ότι είναι γενικώς προς το συμφέρον του παιδιού να μεγαλώνει και με τους δύο γονείς, αλλά πρέπει να διαπιστώνεται στη συγκεκριμένη εκάστοτε περίπτωση ότι το παιδί περνά ευχάριστα σημαντικό και με τους δύο γονείς του, ανεξάρτητα από τις μεταξύ τους διαφωνίες. Αντίθετα, η εναλλασσόμενη κατοικία δεν προάγει το συμφέρον του τέκνου στις περιπτώσεις που το ίδιο το παιδί δεν την επιθυμεί (βλ. σχετ. ΕφΔωδ 31/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Γ. Λέκκα, ο.π., σελ. 227 επ., Σταμπέλου ό.π.). Τονίζεται πως η κατ’ αρχήν θέση είναι μεν ότι το παιδί πρέπει να μεγαλώνει και με την παρουσία και τη φροντίδα και των δύο γονέων του, σε συνάρτηση όμως πάντα με το συγκεκριμένο κάθε φορά συμφέρον του το οποίο μπορεί σε ορισμένη περίπτωση να επιβάλει αποκλίσεις. Η παραδοχή αυτή είναι σύμφωνη με το διεθνές πλαίσιο προστασίας των δικαιωμάτων του παιδιού, απέχει όμως πολύ από μια μηχανιστική και αυθαίρετη χρονική «ισότητα» (βλ. σχετ. Κ. Φουντεδάκη ό.π. σελ. 41 επ. και υπ. 136, όπου αναφέρονται ενδεικτικά: Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Παιδιού του ΟΗΕ, Γενικό Σχόλιο 14 (2013), σημείο 67, ΕΔΔΑ Nechay κατά Ρωσίας, 25.5.2021. σκέψη 58, Κ. Λαδοπούλου, «Συνεπιμέλεια» και ψυχική υγεία των παιδιών ΕφΑΔΠολΔ 2021, 394).
Εν προκειμένω, το Δικαστήριο έκρινε ότι πρέπει, κατ’ άρθρο 1514 παρ. 3 ΑΚ και προς το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, να ρυθμίσει τον τρόπο άσκησης της από κοινού επιμέλειάς του, ώστε αυτή να ασκείται με το σύστημα της εναλλασσόμενης κατοικίας, δηλαδή με εναλλαγή του τόπου διαμονής του τέκνου, κατά τις μέρες που ορίζει το Δικαστήριο, οπότε οι γονείς θα ασκούν από κοινού την επιμέλεια του τέκνου τους, ήτοι τις συνήθεις πράξεις επιμέλειας, τις πράξεις που αφορούν την τρέχουσα διαχείριση της περιουσίας του και τις πράξεις που έχουν επείγοντα χαρακτήρα (άρθρα 1513 εδ.β’ και 1516 εδ. α’ ΑΚ), τις οποίες μπορεί να επιχειρεί μόνος του ο γονέας με τον οποίο θα διαμένει κάθε φορά το τέκνο, ενώ κατά τα λοιπά η γονική μέριμνα θα ασκείται από κοινού από τους γονείς στο σύνολό της, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής του τέκνου.
Αναφορικά, τέλος, με τον προσδιορισμό της διατροφής σε περίπτωση χρονικής κατανομής της γονικής μέριμνας ή κοινής άσκησης της επιμέλειας με εναλλασσόμενη διαμονή των τέκνων, όπως εν προκειμένω, αυτή, το Δικαστήριο έκρινε ότι, κατά την ορθότερη λύση, αυτή θα προσδιορισθεί με τον υπολογισμό της αναλογίας των γονέων στο σύνολο των μηνιαίων δαπανών των τέκνων με βάση το εισόδημά τους, την αφαίρεση του ποσού που καλύπτει απευθείας έκαστος γονέας την περίοδο που ασκεί τη γονική μέριμνα και διαμένει με το τέκνο και την επιδίκαση υπέρ του γονέα με τις ασθενέστερες οικονομικές δυνάμεις και σε βάρος του άλλου γονέα, της διαφοράς μεταξύ των ποσών που καταβάλλει και των ποσών που του αναλογούν να καταβάλει (βλ. ΜΠρΘεσ. 915/2022, ΜΠρΖακυνθ 85/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Π.Νικολόπουλος, Αλληλεπίδραση της καταβολής διατροφής ανηλίκου με την επιμέλεια και την παρεμπόδιση της επικοινωνίας, ΕφΑΔΠολΔ 2018, σελ. 691).