Μισθώσεις- αποζημίωση για άυλη εμπορική αξία

Facebooktwitterlinkedinmail

Ο Άρειος Πάγος (πολιτικό τμήμα), με την υπ’ αριθμόν 364/2018 απόφασή του, έκρινε, κατά τα ενδιαφέροντα σημεία της, ότι ‘Από τη διάταξη 662 του ΚΠολΔ, η οποία εφαρμόζεται και επί εμπορικών μισθώσεων, συνάγεται ότι η αγωγή, με την οποία επιδιώκεται η απόδοση της χρήσης του μίσθιου, επέχει θέση καταγγελίας της μισθώσεως… Κατά το άρθρο 5 παρ. 1 του π.δ. 34/1995, η νόμιμη διάρκεια των μισθώσεων, που υπάγονται σε αυτό, είναι δωδεκαετής… η ως άνω ρύθμιση καταλαμβάνει και τις υφιστάμενες μισθώσεις, δηλαδή αυτές που έχουν καταρτιστεί, πριν από την ισχύ του νόμου (28-9-1999) και δεν έχουν συμπληρώσει συνολικό χρόνο δώδεκα ετών. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 60 και 61 του ως άνω ΠΔ/τος, προκύπτει α) ότι, σε περίπτωση που η εμπορική μίσθωση λήξει με τη συμπλήρωση δωδεκαετίας, ο εκμισθωτής οφείλει να καταβάλει στον μισθωτή, ως αποζημίωση για την άυλη εμπορική αξία του μισθίου, ποσό ίσο με το καταβαλλόμενο κατά το χρόνο της λήξεως μίσθωμα είκοσι τεσσάρων μηνών και β) ότι η αποζημίωση αυτή δεν οφείλεται, πλην άλλων, και όταν, ο μισθωτής αποχωρήσει οικειοθελώς από το μίσθιο, καθώς και όταν μετά τη λήξη της μισθώσεως λόγω συμπληρώσεως δωδεκαετίας, παρέλθει χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών, χωρίς η σχετική περί αποδόσεως του μισθίου αγωγή να έχει ασκηθεί εντός εννέα μηνών από τη λήξη της μισθώσεως, έστω και αν η διάρκειά της έχει συμφωνηθεί για διάστημα μεγαλύτερο των δώδεκα ετών… Στην περίπτωση αυτή η μίσθωση θεωρείται ότι έχει παραταθεί για μια τετραετία, μετά τη λήξη της οποίας ο εκμισθωτής μπορεί να ζητήσει με αγωγή την απόδοση του μισθίου, χωρίς να υποχρεούται στην πληρωμή αποζημιώσεως για άυλη εμπορική αξία. Έτσι, αν ο μισθωτής παραμείνει στη χρήση του μισθίου επί χρόνο μείζονα των δέκα έξι ετών (12+4) δεν δικαιούται να λάβει αποζημίωση για άυλη εμπορική αξία…’ Επιπλέον, ‘ο αρνητικός ισχυρισμός περί ανυπαρξίας καταγγελίας και συνακόλουθα μη θεμελίωσης νόμιμης αξίωσης της ήδη αναιρεσίβλητης – μισθώτριας στις διατάξεις των άρθρων 60 και 61 παρ. δ’ του ΠΔ 34/1995 δεν εμπίπτει στην απαγόρευση του άρθρου 527 ΚΠολΔ περί βραδείας προβολής νέων ισχυρισμών, δηλαδή αυτοτελών ισχυρισμών που τείνουν στη θεμελίωση ή κατάλυση δικαιώματος, διότι συνιστούσε αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής και όχι ένσταση και συνεπώς το Εφετείο όφειλε να τον ερευνήσει’.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *