ΜονΠρωτΑθ – αποκλειστική επιμέλεια στη μητέρα, απαγόρευση προσέγγισης αυτής, προσβολές προσωπικότητας

Facebooktwitterlinkedinmail

Σε υπόθεση που χειρίστηκε το γραφείο μας, η πρόσφατη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, σε σχέση με την άσκηση της επιμέλειας ανηλίκων τέκνων, απαγόρευση προσέγγισης της μητέρας, διατροφή συζύγου και προσβολή προσωπικότητας αυτής λόγω προσβλητικών μηνυμάτων του αντιδίκου γονέα, έκρινε τα ακολουθα: «Πιθανολογήθηκε ότι ο καθού η αίτηση πατέρας, επεμβαίνει στην ζωή της αιτούσας με λόγο και με μηνύματα στο κινητό της, την ψέγει και την εξυβρίζει για την ερωτική της ζωή, για το γεγονός ότι εργάζεται και για τις μεταξύ τους διαφορές. Άπαντα αυτά τα μηνύματα συνιστούν προσβολή της προσωπικότητάς της αιτούσας και ανεπίτρεπτη επέμβαση στην προσωπική της ζωή. … Επομένως πιθανολογήθηκε η συνδρομή επείγουσας περιπτώσεως, να ρυθμιστεί η κατάσταση και να απαγορευτεί στον καθού να επικοινωνεί με την αιτούσα δια ζώσης, τηλεφωνικά ή μέσω οποιασδήποτε άλλης εφαρμογής, πλην της απολύτως αναγκαία επικοινωνίας προκειμένου να διεξάγεται ομαλά η επικοινωνία του με τα ανήλικα τέκνα του…, καθώς και να την προσεγγίζει σε απόσταση εγγύτερη των 10 μέτρων…. Αν υπάρχει συστηματική άρνηση συνεργασίας, το δικαστήριο δεν μπορεί να αποφασίσει με βάση την 1512 ΑΚ αλλά με βάση την 1514 ΑΚ, η οποία δεν αφορά επιμέρους διαφωνίες των γονέων, αλλά σε παρεκκλίσεις από την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας. Έτσι ο ρόλος του δικαστηρίου συντρέχει μόνο αν δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, εξαιτίας συστηματικής και επαναλαμβανόμενης διαφωνίας των γονέων…. Οι λόγοι για τους οποίους δε μπορεί να λειτουργήσει η κοινή μέριμνα, μπορεί να είναι είτε υπαίτιοι για τον έναν ή και τους δύο γονείς (για παράδειγμα διαφορετικές απόψεις σε θέματα ανατροφής, διαπαιδαγώγησης, θρησκευτικής παιδείας, έντονη επαγγελματική απασχόληση του ενός γονέα), είτε υπαίτιοι. … Το δικαστήριο μπορεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 1514 ΑΚ, ανάλογα με την περίπτωση, να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων, εξειδικεύοντας τον τρόπο άσκησης της, αναθέτοντας την άσκηση της στον ένα μόνο γονέα ή σε κάποιον τρίτο. Συνεπώς, σε αυτό εναπόκειται να αποφασίσει όποιο μέτρο θεωρεί κατάλληλο για το παιδί με γνώμονα το συμφέρον του. Αν διαπιστώνεται ότι οι σχέσεις των γονέων έχουν πλήρως αποδομηθεί και ότι οι γονείς δεν πρόκειται να συνεργαστούν στο μέλλον προς το συμφέρον του παιδιού τους, το δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίσει την κατανομή της άσκησης της επιμέλειας, ή την αποκλειστική ανάθεση της στον ένα γονέα, υπό την προϋπόθεση ότι με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται αποτελεσματικότερα η αποφυγή συνεχών και γενικευμένων ερίδων και συγκρούσεων μεταξύ των γονέων ή η καλύτερη φροντίδα του παιδιού προς το συμφέρον του, η προαγωγή του οποίου πρέπει να είναι το αξιολογικό κριτήριο για την δικαστική ρύθμιση της γονικής μέριμνας. Εν προκειμένω, πιθανολογήθηκε ότι συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού του αιτούντος πατέρα από την επιμέλεια των παιδιών και αποκλειστικής ανάθεσης αυτό το λειτούργημα τους στην αιτούσα μητέρα, αφού προέκυψε η ύπαρξη συστηματικής άρνηση συνεργασίας, λόγος που καθιστά μη λειτουργικό του σύστημα που πλέον προκρίνει ο νόμος για την άσκηση της επιμέλειας και επιπλέον πιθανολογήθηκε η αποδόμηση των σχέσεων μεταξύ των διαδίκων. Επομένως τα σχετικά αιτήματα του αιτούντος για ανάθεση της επιμέλειας αποκλειστικά στον ίδιο, άλλως της συνεπιμέλειας, πρέπει να απορριφθούν ως κα’ ουσίαν αβάσιμα και να ανατεθεί η επιμέλεια στην μητέρα τους με την οποία διαμένουν μέχρι σήμερα και την ασκεί με τον προσήκοντα τρόπο. … Τα εισοδήματα του αντιδίκου κατά την κρίση του δικαστηρίου δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Η εν λόγω φορολογική δήλωση του ως άνω διαδίκου, ως μη ελεγχθείσα, δεν αποτελεί αψευδές δικαστικό τεκμήριο (ΑΠ 953/2015, ΕφΔωδεκανήσου 10/2011, Μονομελές Εφετείο Λάρισας 144/2015, Μονομελές Εφετείο Πειραιά 749/2014). Επιπλέον, μολονότι δήλωσε ως εισόδημα το ανωτέρω ποσό, καταβάλει μηνιαίως μίσθωμα… και συγχρόνως για όλα τα έτη του έγγαμου βίου κάλυπτε όλες τις δαπάνες και τις ανάγκες της οικογένειας του και της συζύγου του που δεν εργαζόταν. Επομένως το πραγματικό του μηνιαίο εισόδημα είναι σίγουρα μεγαλύτερο. Η διακοπή της συμβίωσης έγινε από εύλογη αιτία για την αιτούσα και κατά το χρόνο της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, αμφότεροι έφεραν το βάρος συντήρησης της οικογένειας τουςν με κυρίαρχο ρόλο στο βάρος αυτό του καθού, λόγω μειωμένης επαγγελματικής δραστηριότητας της αιτούσα,ς με συνέπεια η τελευταία να απολαμβάνει μέρος των εισοδημάτων του συζύγου της… δικαιούται και τώρα αυτή διατροφή σε χρήμα..».